Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Πόσο επικίνδυνη είναι η ακτινοβολία στην διάρκεια της εγκκυμοσύνης


Γράφει ο Θεόδωρος Β. Πασχαλίδης

Ακτινοφυσικός Ιατρικής Ph.D., M.Sc.

Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, Τμήμα Ακτινοθεραπείας

Κάποιες φορές είναι απαραίτητο μια έγκυος γυναίκα να υποβληθεί σε διαγνωστική εξέταση ή θεραπεία με χρήση ϊοντιζουσών ακτινοβολιών ή ακόμα και να έχει ακτινοβοληθεί χωρίς να γνωρίζει ότι είναι έγκυος. Στόχος του συγκεκριμένου άρθρου είναι να δώσει σαφείς και τεκμηριωμένες απαντήσεις σ’ ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, που αρκετά συχνά γίνεται αντικείμενο λανθασμένων και διαστρεβλωτικών απόψεων, με αποτέλεσμα την καλλιέργεια ενός φοβικού κλίματος γύρω από την ακτινοβολία κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης.
Αρχικά η αρχή της αιτιολόγησης των ιατρικών εκθέσεων σε ακτινοβολία μας υποχρεώνει να εξετάσουμε ξεχωριστά την κάθε περίπτωση:
Α) Σε περίπτωση που δεν έχει διαγνωστεί εγκυμοσύνη, αλλά υπάρχει πιθανότητα ύπαρξής της θα μπορούσε να εφαρμοστεί ο κανόνας των 10 ημερών. Με βάση τον κανόνα αυτό επιτρέπεται η πραγματοποίηση εξετάσεων μόνο κατά τις πρώτες 10 ημέρες από την έναρξη της τελευταίας εμμήνου ρύσεως, αλλά και πάλι είναι πιθανόν να υπάρχει εγκυμοσύνη. Σε κάθε περίπτωση για γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία για τις οποίες υπάρχει πιθανότητα εγκυμοσύνης, θα πρέπει:
  1. Να εξετασθεί αν η συγκεκριμένη εξέταση ή θεραπεία μπορεί να πραγματοποιηθεί με εναλλακτικό της ϊοντίζουσας ακτινοβολίας τρόπο, όπως με τη χρήση μη ϊοντιζουσών ακτινοβολιών. Για παράδειγμα μια ακτινογραφία πυέλου θα μπορούσε ν’ αντικατασταθεί με μια μαγνητική τομογραφία πυέλου ή μια μαστογραφία μ’ ένα υπερηχογράφημα μαστού.
  2. Σε περίπτωση που δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ακτινοπροστασία της «εν δυνάμει» εγκύου, όπως τοποθέτηση ακτινοπροστατευτικών εξαρτημάτων (ποδιές ακτινοπροστασίας, ειδικά προστατευτικά γονάδων) στις περιοχές που δε χρειάζεται ν’ ακτινοβοληθούν, αλλά και να γνωρίζουμε τα ακριβή στοιχεία της ακτινοβόλησης, ώστε να μπορεί ο υπεύθυνος Ακτινοφυσικός για τη λειτουργία του μηχανήματος, να υπολογίσει ακριβώς τη δόση ακτινοβολίας στο έμβρυο σε περίπτωση εγκυμοσύνης.
  3. Στην περίπτωση που θα πρέπει οπωσδήποτε να χορηγηθεί θεραπεία με ϊοντίζουσες ακτινοβολίες (Ακτινοθεραπεία, Πυρηνική Ιατρική) είναι σκόπιμο να υπάρξει αναμονή λίγων ημερών ώστε ν’ αποκλειστεί το ενδεχόμενο εγκυμοσύνης. Σε περίπτωση δε οριστικοποίησης της εγκυμοσύνης και εξαιτίας του ότι οι δόσεις θεραπείας είναι αρκετά υψηλές, ο υπεύθυνος Ιατρός θα κρίνει αν πρέπει να συνεχιστεί η κύηση ώστε να καθυστερήσει η θεραπεία, ή αν κινδυνεύει άμεσα η υγεία της γυναίκας να διακόψει την κύηση.

Β) Σε περίπτωση επιβεβαιωμένης εγκυμοσύνης, θα πρέπει:
  1. Η οποιαδήποτε ακτινολογική διαγνωστική εξέταση ν’ αντικατασταθεί με απεικονιστικό τρόπο που δε χρησιμοποιεί ϊοντίζουσα ακτινοβολία (υπερηχογράφημα, μαγνητική τομογραφία). Η ανάπτυξη στις μέρες μας των μεθόδων αυτών είναι τόσο ραγδαία που πολλές φορές δίνουν καλύτερα αποτελέσματα από τις ακτινογραφίες. Σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, θα πρέπει η οποιαδήποτε ακτινογραφία (π.χ. για τη διάγνωση ενός κατάγματος πυέλου μετά από τροχαίο ατύχημα) να πραγματοποιηθεί με τα ελάχιστα δυνατά στοιχεία έκθεσης ώστε να είναι χαμηλότερη η δόση ακτινοβολίας στο έμβρυο. Η δόση αυτή σχετίζεται και με τη φάση ανάπτυξης στην οποία βρίσκεται το έμβρυο. Έτσι: α) Κατά την 1η φάση της κύησης (1-2 εβδομάδα) η ακτινοβολία συνήθως οδηγεί στην αποτυχημένη εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου στη μήτρα και έτσι η κύηση δε γίνεται αντιληπτή. Αν το έμβρυο συνεχίσει την ανάπτυξή του τότε θεωρείται πως η δόση της ακτινοβολίας ήταν μικρή, μη ικανή να το επηρεάσει. β) Κατά τη 2η φάση της κύησης (3η – 8ηεβδομάδα) που συντελείται η οργανογένεση η έκθεση σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας (μεγαλύτερες από100mSv) οδηγεί σε αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης κάποιας δυσπλασίας (λευχαιμία ή καρκινογένεση). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να προσεχθεί ότι πολύ χαμηλές δόσεις ακτινοβολίας (της τάξης του 1mSv) από κάποια ακτινολογική εξέταση δεν έχουν καμία επίδραση στο έμβρυο. Είναι πιθανό δηλαδή να υπάρξουν προβλήματα σε έμβρυα που οι μητέρες τους υποβλήθηκαν σε αξονική τομογραφία ή θεραπεία ιωδίου στο θυρεοειδή αδένα, αλλά όχι σε απλές ακτινογραφίες. Δεν είναι λίγες οι φορές που γυναικολόγοι διακόπτουν την κύηση για μια απλή ακτινογραφία και αυτό αποτελεί λανθασμένη πρακτική που δε σχετίζεται με κανένα επιστημονικό δεδομένογ) Κατά την 3η φάση της κύησης (9η – 40η εβδομάδα)πραγματοποιείται η ανάπτυξη του εμβρύου. Ειδικότερα το κεντρικό νευρικό σύστημα του εμβρύου διαπλάθεται από την 9η έως τη 15η εβδομάδα και η έκθεση σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας (της τάξης των100mSv) οδηγεί σε αύξηση της πιθανότητας μείωσης του δείκτη νοημοσύνης. Παρ’ όλα αυτά κατά τις συνήθεις ακτινολογικές εκθέσεις (της τάξης του 1mSv) δεν μπορεί το έμβρυο να λάβει τόσο υψηλές δόσεις ακτινοβολίας.
  2. Στην περίπτωση θεραπείας με ϊοντίζουσες ακτινοβολίες (Ακτινοθεραπεία, Πυρηνική Ιατρική) και εφόσον η αναβολή της θεραπείας δεν είναι κλινικά εφαρμόσιμη, θα πρέπει ο υπεύθυνος Ακτινοφυσικός μαζί με τον υπεύθυνο Ιατρό να εξετάσουν προσεκτικά τη δόση που θα προκύψει για το έμβρυο, ώστε ν’ αποφανθούν για το αν η θεραπεία μπορεί να πραγματοποιηθεί με ασφάλεια ή θα πρέπει να διακοπεί η κύηση ώστε να δοθεί πλήρης θεραπευτική δόση ακτινοβολίας στην περιοχή θεραπείας.

Κατά την περίοδο της γαλουχίας η πραγματοποίηση διαγνωστικών ακτινολογικών εξετάσεων δεν επιφέρει κανένα κίνδυνο για την υγεία του παιδιού. Συνήθως όμως δεν προτιμάται η μαστογραφία για την απεικόνιση του μαστού διότι οι γαλακτοφόροι αδένες προκαλούν πύκνωση του μαζικού αδένα με αποτέλεσμα η εικόνα να μην προσφέρεται για διάγνωση. Αντί της μαστογραφίας μπορεί να πραγματοποιηθεί υπερηχογράφημα μαστού ή μαγνητική μαστού. Θα πρέπει όμως να δοθεί προσοχή στις θεραπευτικές εξετάσεις. Κατά την Ακτινοθεραπεία μαστού απαγορεύεται η γαλουχία λόγω έντονης τοξικότητας στην περιοχή από την ακτινοβολία. Ακτινοθεραπεία στο υπόλοιπο σώμα δεν επιφέρει κίνδυνο για το παιδί. Στην περίπτωση διαγνωστικών εξετάσεων ή θεραπειών με ραδιοφάρμακα (Πυρηνική Ιατρική) θα πρέπει να διακοπεί η γαλουχία για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μετά την εξέταση ή τη θεραπεία, ανάλογα με το χρόνο ημιζωής του εκάστοτε ραδιενεργού.

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή η τάξη μεγέθους των δόσεων ακτινοβολίας αξίζει να σημειωθεί πως από μία τυπική ακτινογραφία θώρακος δε λαμβάνουμε δόση μεγαλύτερη από 0,02mSv ήτοι 50 φορές μικρότερη από τη δόση του 1mSv που θεωρείται «ασφαλής» δόση για το έμβρυο. Παρ’ όλα αυτά η τοποθέτηση ποδιάς ακτινοπροστασίας γύρω από την κοιλιακή χώρα της εγκύου μπορεί να εκμηδενίσει τη δόση ακτινοβολίας που θα δεχτεί το έμβρυο και επιβάλλεται να τοποθετηθεί. Από την άλλη μεριά σε μια αξονική τομογραφία θώρακοςη δόση είναι περίπου 8mSv (400 φορές πάνω από την απλή ακτινογραφία) και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση ν’ αποφεύγεται κατά την εγκυμοσύνη. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να τονισθεί ότι η δόση των 0,02mSv αντιστοιχεί περίπου στην ημερήσια δόση κοσμικής ακτινοβολίας που δεχόμαστε μια ηλιόλουστη μέρα του καλοκαιριού που βρισκόμαστε σε εξωτερικό χώρο. Μια ακτινογραφία κοιλίας ή πυέλου επιβαρύνει τον εξεταζόμενο με 1 έως 1,5mSv, ενώ οι αντίστοιχες αξονικές τομογραφίες με 8 έως 10mSv. Σε περίπτωση εγκυμοσύνης θα πρέπει οπωσδήποτε ν’ αποφεύγεται η αξονική τομογραφία, ενώ οι δόσεις από τις απλές ακτινογραφίες για το έμβρυο θεωρούνται «ασφαλείς». Αξίζει να σημειωθεί πως κατά τις ακτινογραφίες κοιλίας ή πυέλου δεν είναι εφικτή η χρήση ποδιάς ακτινοπροστασίας, αλλά ούτε και η επιλογή όρθιας/επικλινούς στάσης μπορεί να περιορίσει αποτελεσματικά τη δόση στο έμβρυο. Ο παρακάτω πίνακας απεικονίζει μια προσέγγιση των δόσεων από τις ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις.

Εξέταση
Δόση σε mSv
Ακτινογραφία άκρων
0,01
Ακτινογραφία θώρακος
0,02
Ακτινογραφία κρανίου
0,1
Ακτινογραφία κοιλίας
1,5
Ακτινογραφία πυέλου
1
Αξονική τομογραφία κρανίου
2
Αξονική τομογραφία θώρακος
8
Αξονική τομογραφία κοιλίας
10
Αξονική τομογραφία πυέλου
8

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου