Η χρήση αντισυλληπτικών δεν φαίνεται να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, τόσο σε γυναίκες που βρίσκονται υπό αγωγή, όσο και σ’ εκείνες που τα έπαιρναν πριν από χρόνια. Επίσης δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια υποομάδα γυναικών που να είναι πιο ευαίσθητες σ’ αυτή την κατηγορία σκευασμάτων. Σ’ αυτά τα συμπεράσματα έχουν καταλήξει πολυάριθμες σχετικές μελέτες.
Η καθολική ισχύ τους τέθηκε, όμως, σε αμφισβήτηση από λίγες σποραδικές έρευνες που έδειξαν να υφίσταται μία μικρή αύξηση του κινδύνου για καρκίνο του μαστού για όσες γυναίκες λαμβάνουν τ’ αντισυλληπτικά για πολλά χρόνια. Απ’ αυτές τις έρευνες φάνηκε, επίσης, ότι μετά τη διακοπή λήψης, ο κίνδυνος αρχίζει να μειώνεται σταδιακά με την πάροδο των χρόνων και σε μία δεκαετία εξισώνεται με τον κίνδυνο που έχουν οι γυναίκες που ποτέ δεν πήραν αντισυλληπτικά.
Οι γυναίκες που αρχίζουν να χρησιμοποιούν τακτικά αντισυλληπτικά πριν από την ηλικία 20 φαίνεται να διατρέχουν έναν υψηλότερο σχετικό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε σύγκριση με τις γυναίκες που ξεκίνησαν την από του στόματος αντισύλληψη σε μεγαλύτερη ηλικία. Αυτός ο υψηλότερος σχετικός κίνδυνος ισχύει, βέβαια, για μια ηλικιακή ομάδα γυναικών όπου η εμφάνιση του καρκίνου του μαστού είναι πολύ χαμηλή.
Τέλος, η σποραδική και για μικρό χρονικό διάστημα λήψη αντισυλληπτικών δεν φαίνεται να αποτελεί παράγοντα αυξημένου κινδύνου.
Έτσι, είτε ως τρόπος αποφυγής μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, είτε στο πλαίσιο θαραπευτικών παρεμβάσεων για γυναικολογικές καταστάσεις ( π.χ. πολυκυστικές ωοθήκες) οι γυναίκες μπορούν να λαμβάνουν τα αντισυλληπτικά που τους συνέστησε ο γιατρός τους, χωρίς το άγχος ότι αυτό θέτει σε μελλοντικό κίνδυνο την υγεία τους.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου