Δυστυχώς, ελάχιστα είναι γνωστά σχετικά με τα αίτια που προκαλούν καρκίνο του μαστού, παρά το γεγονός ότι έχουν εντοπιστεί αρκετοί παράγοντες κινδύνου. Όταν λέμε ότι ένα άτομο κινδυνεύει περισσότερο να εμφανίσει καρκίνο ή ότι έχει έναν παράγοντα κινδύνου, σημαίνει ότι πιθανόν να έχει κάποιο βαθμό ευπάθειας στην ανάπτυξη της νόσου. Η ηλικία για παράδειγμα, είναι ένας παράγοντας κινδύνου για καρκίνο του μαστού, όσο μεγαλύτερη είναι μια γυναίκα, τόσο ψηλότερος είναι ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι οι παράγοντες κινδύνου δεν προβλέπουν με βεβαιότητα αν μια γυναίκα θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού. Αρκετές γυναίκες που έχουν όλους τους παράγοντες κινδύνου δεν θα εκδηλώσουν τη νόσο, ενώ άλλες χωρίς γνωστό παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνο του μαστού θα εμφανίσουν τελικά τη νόσο. Ωστόσο, το να γνωρίζει μια γυναίκα ότι έχει μερικούς παράγοντες κινδύνου μπορεί να τη βοηθήσει να είναι περισσότερο προσεκτική σχετικά με την πραγματοποίηση τακτικών ελέγχων με μαστογραφία ή ακόμη να πάρει μέτρα για τη μείωση του κινδύνου, διότι πολύ από αυτούς μπορούν να τροποποιηθούν ή να ελεγχθούν. Στον παρακάτω πίνακα, μπορείτε να δείτε αναλυτικά τους παράγοντες κινδύνου και τις επεξηγήσεις τους.
Παράγοντες κινδύνου που μπορούν να αλλάξουν
Επεξηγήσεις για τους παράγοντες κινδύνου
Φύλο: Καρκίνος του μαστού μπορεί να εμφανιστεί και στους άνδρες, όμως είναι συχνότερος στις γυναίκες (100 γυναίκες: 1 άνδρας).
Ηλικία: Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού αυξάνεται με την ηλικία. Οι περισσότερες περιπτώσεις παρουσιάζονται μετά από την ηλικία των 50 ετών, ενώ είναι σπάνιος σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών (5% των περιπτώσεων), με εξαίρεση τις γυναίκες που έχουν κληρονομική προδιάθεση.
Θετικό Οικογενειακό Ιστορικό: Όταν μια γυναίκα έχει μια συγγενή πρώτου βαθμού (μητέρα, αδελφή ή κόρη) με καρκίνο του μαστού, σχεδόν διπλασιάζεται ο σχετικός κίνδυνος να αναπτύξει καρκίνο του μαστού και η ίδια. Ο κίνδυνος σχεδόν πενταπλασιάζεται όταν υπάρχουν δυο συγγενείς πρώτου βαθμού με καρκίνο του μαστού στο ιστορικό τους.
Κληρονομικός Καρκίνος: Οφείλεται σε γενετική μετάλλαξη (μετάλλαξη του γονιδίου BRCA1 ή BRCA2) ή είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης άλλων γονιδίων. Τον κληρονομούμενο καρκίνο του μαστού τον υποπτευόμαστε όταν στο ιστορικό της γυναίκας υπάρχουν συγγενείς που εκδήλωσαν καρκίνο του μαστού σε μικρή ηλικία ή εκδήλωσαν και στους δύο μαστούς ή αν υπάρχει συγχρόνως και ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών.
Έμμηνος Ρύση: Οτιδήποτε επηρεάζει μακροχρόνια έκθεση του μαστού στα οιστρογόνα επηρεάζει και τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου. Για το λόγο αυτό, εάν η περίοδος αρχίσει πολύ νωρίς, κάτω των 10 ετών, και η εμμηνόπαυση έρθει καθυστερημένα άνω των 55 ετών, εάν μια γυναίκα δεν έχει παιδιά ή γέννησε το πρώτο της παιδί σε ηλικία άνω των 35 ετών, η γυναίκα αυτή εμφανίζει αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την παρατεταμένη χρήση ορμονικής υποκατάστασης μετά την εμμηνόπαυση.
Ιστορικό Καρκίνου: Οι γυναίκες που έχουν ήδη εμφανίσει καρκίνο στον ένα μαστό τους έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν έναν νέο, δεύτερο καρκίνο στον άλλο μαστό (1 στις 100 γυναίκες ανά έτος).
Προηγηθείσα Ακτινοθεραπεία: Η ακτινοθεραπεία στο θώρακα πριν από την ηλικία των 30 ετών (συνήθως για νόσο του Hodgkin) αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στη μετέπειτα ζωή (συνήθως 10-15 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας).
Αλκοόλ: Τα οινοπνευματώδη ποτά αυξάνουν τη συγκέντρωση των οιστρογόνων στο αίμα (μέτρια συσχέτιση με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνο του μαστού).
Βάρος: H παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση, αυξάνοντας τα επίπεδα των οιστρογόνων. Αυτό συμβαίνει διότι η παραγωγή των οιστρογόνων στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση γίνεται κυρίως μέσα σε λιπώδη ιστό (μετατροπή των επινεφριδικών ανδρογόνων σε οιστρογόνα από την αρωματάση, ένα ένζυμο που βρίσκεται κυρίως στο λίπος).
Καθιστική Ζωή: Η τακτική, έντονη άσκηση κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μιας γυναίκας, κυρίως διότι μπορεί να καθυστερήσει την έναρξη της έμμηνου ρύσεως, να επιμηκύνει τον χρόνο μεταξύ των περιόδων ή να ελαττώσει τον αριθμό των εμμηνορυσιακών κύκλων, μειώνοντας έτσι την έκθεση της γυναίκας στα οιστρογόνα. Επιπλέον όφελος είναι ο έλεγχος της αύξησης του βάρους.
Διατροφή και Καρκίνος του Μαστού: Δεν υπάρχουν σαφή δεδομένα και οδηγίες.
Διατροφικό Λίπος: Η πλούσια σε λίπος διατροφή έχει μικρή ή και μηδενική επίδραση. Η αύξηση των ποσοστών καρκίνου του μαστού σε δυτικές χώρες δεν οφείλεται στο αυξημένο λίπος στη διατροφή, αλλά σε άλλες παραμέτρους του τρόπου ζωής των γυναικών, όπως η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή.
Βιταμίνη Α: Ασκεί μέτρια προστατευτική δράση στον καρκίνο μαστού, κυρίως στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Σόγια: Τα ισοφλαβινοειδή είναι ειδικοί τύποι οιστρογόνων που ανευρίσκονται σε αφθονία στα προϊόντα σόγιας. Σε εργαστηριακές μελέτες, τα ισοφλαβινοειδή εμφανίζονται να προστατεύουν τα κύτταρα του μαστού από την καρκινική μετάλλαξη, ενώ μελέτες σε γυναίκες στις οποίες χορηγήθηκαν συμπληρώματα σόγιας έδειξαν αυξημένη υπερπλασία των κυττάρων του μαζικού αδένα. Η σχέση ισοφλαβινοειδών σόγιας και καρκίνου του μαστού σε ανθρώπους δεν έχει ακόμη διευκρινισθεί.
Ορμονικά Σκευάσματα:
Αντισυλληπτικά: η από του στόματος χρήση τους φαίνεται να αυξάνει ελαφρώς τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στις γυναίκες κατά τον χρόνο της χρήσης τους ή λίγο μετά.
Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης: προσφέρει ανακούφιση από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, προστασία έναντι της LDL (θετική επίδραση στο τοίχωμα των αρτηριών). Ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση της μετά την εμμηνόπαυση (κυρίως για περισσότερο από 5 χρόνια) αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Ο αυξημένος αυτός κίνδυνος φαίνεται να εξαλείφεται δύο χρόνια μετά τη διακοπή της.
Πηγή: Καθηγητής κ. Χρήστος Μαρκόπουλος (2008), «Παράγοντες Κινδύνου για Ανάπτυξη Καρκίνου του Μαστού», Πάνω απ' όλα Γυναίκα, Οδηγός για τον Καρκίνο του Μαστού, Εκδόσεις Διόπτρα.
Πηγή
Παράγοντες κινδύνου που μπορούν να αλλάξουν
- Φύλο
- Ηλικία
- Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού, ιδιαίτερα σε συγγενή 1ου βαθμού που νόσησε σε νεαρή ηλικία
- Γνωστή μετάλλαξη στα γονίδια BRCA1 και BRCA2
- Μικρή ηλικία εμμηνόπαυσης
- 'Ατυπες αλλοιώσεις των ιστών του μαστού ή το λοβιακό μη διηθητικό νεόπλασμα
- Προηγούμενος καρκίνος στον ένα μαστό στο παρελθόν
- Προηγούμενη ακτινοθεραπεία στο θώρακα για άλλο νόσημα
- Ατεκνία
- Πρώτη κύηση σε ηλικία πάνω από τα 35 έτη
- Μακροχρόνια χρήση θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης
- Μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ
- Παχυσαρκία
- Καθιστική ζωή
Επεξηγήσεις για τους παράγοντες κινδύνου
Φύλο: Καρκίνος του μαστού μπορεί να εμφανιστεί και στους άνδρες, όμως είναι συχνότερος στις γυναίκες (100 γυναίκες: 1 άνδρας).
Ηλικία: Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού αυξάνεται με την ηλικία. Οι περισσότερες περιπτώσεις παρουσιάζονται μετά από την ηλικία των 50 ετών, ενώ είναι σπάνιος σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών (5% των περιπτώσεων), με εξαίρεση τις γυναίκες που έχουν κληρονομική προδιάθεση.
Θετικό Οικογενειακό Ιστορικό: Όταν μια γυναίκα έχει μια συγγενή πρώτου βαθμού (μητέρα, αδελφή ή κόρη) με καρκίνο του μαστού, σχεδόν διπλασιάζεται ο σχετικός κίνδυνος να αναπτύξει καρκίνο του μαστού και η ίδια. Ο κίνδυνος σχεδόν πενταπλασιάζεται όταν υπάρχουν δυο συγγενείς πρώτου βαθμού με καρκίνο του μαστού στο ιστορικό τους.
Κληρονομικός Καρκίνος: Οφείλεται σε γενετική μετάλλαξη (μετάλλαξη του γονιδίου BRCA1 ή BRCA2) ή είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης άλλων γονιδίων. Τον κληρονομούμενο καρκίνο του μαστού τον υποπτευόμαστε όταν στο ιστορικό της γυναίκας υπάρχουν συγγενείς που εκδήλωσαν καρκίνο του μαστού σε μικρή ηλικία ή εκδήλωσαν και στους δύο μαστούς ή αν υπάρχει συγχρόνως και ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών.
Έμμηνος Ρύση: Οτιδήποτε επηρεάζει μακροχρόνια έκθεση του μαστού στα οιστρογόνα επηρεάζει και τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου. Για το λόγο αυτό, εάν η περίοδος αρχίσει πολύ νωρίς, κάτω των 10 ετών, και η εμμηνόπαυση έρθει καθυστερημένα άνω των 55 ετών, εάν μια γυναίκα δεν έχει παιδιά ή γέννησε το πρώτο της παιδί σε ηλικία άνω των 35 ετών, η γυναίκα αυτή εμφανίζει αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την παρατεταμένη χρήση ορμονικής υποκατάστασης μετά την εμμηνόπαυση.
Ιστορικό Καρκίνου: Οι γυναίκες που έχουν ήδη εμφανίσει καρκίνο στον ένα μαστό τους έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν έναν νέο, δεύτερο καρκίνο στον άλλο μαστό (1 στις 100 γυναίκες ανά έτος).
Προηγηθείσα Ακτινοθεραπεία: Η ακτινοθεραπεία στο θώρακα πριν από την ηλικία των 30 ετών (συνήθως για νόσο του Hodgkin) αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στη μετέπειτα ζωή (συνήθως 10-15 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας).
Αλκοόλ: Τα οινοπνευματώδη ποτά αυξάνουν τη συγκέντρωση των οιστρογόνων στο αίμα (μέτρια συσχέτιση με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνο του μαστού).
Βάρος: H παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση, αυξάνοντας τα επίπεδα των οιστρογόνων. Αυτό συμβαίνει διότι η παραγωγή των οιστρογόνων στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση γίνεται κυρίως μέσα σε λιπώδη ιστό (μετατροπή των επινεφριδικών ανδρογόνων σε οιστρογόνα από την αρωματάση, ένα ένζυμο που βρίσκεται κυρίως στο λίπος).
Καθιστική Ζωή: Η τακτική, έντονη άσκηση κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μιας γυναίκας, κυρίως διότι μπορεί να καθυστερήσει την έναρξη της έμμηνου ρύσεως, να επιμηκύνει τον χρόνο μεταξύ των περιόδων ή να ελαττώσει τον αριθμό των εμμηνορυσιακών κύκλων, μειώνοντας έτσι την έκθεση της γυναίκας στα οιστρογόνα. Επιπλέον όφελος είναι ο έλεγχος της αύξησης του βάρους.
Διατροφή και Καρκίνος του Μαστού: Δεν υπάρχουν σαφή δεδομένα και οδηγίες.
Διατροφικό Λίπος: Η πλούσια σε λίπος διατροφή έχει μικρή ή και μηδενική επίδραση. Η αύξηση των ποσοστών καρκίνου του μαστού σε δυτικές χώρες δεν οφείλεται στο αυξημένο λίπος στη διατροφή, αλλά σε άλλες παραμέτρους του τρόπου ζωής των γυναικών, όπως η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή.
Βιταμίνη Α: Ασκεί μέτρια προστατευτική δράση στον καρκίνο μαστού, κυρίως στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Σόγια: Τα ισοφλαβινοειδή είναι ειδικοί τύποι οιστρογόνων που ανευρίσκονται σε αφθονία στα προϊόντα σόγιας. Σε εργαστηριακές μελέτες, τα ισοφλαβινοειδή εμφανίζονται να προστατεύουν τα κύτταρα του μαστού από την καρκινική μετάλλαξη, ενώ μελέτες σε γυναίκες στις οποίες χορηγήθηκαν συμπληρώματα σόγιας έδειξαν αυξημένη υπερπλασία των κυττάρων του μαζικού αδένα. Η σχέση ισοφλαβινοειδών σόγιας και καρκίνου του μαστού σε ανθρώπους δεν έχει ακόμη διευκρινισθεί.
Ορμονικά Σκευάσματα:
Αντισυλληπτικά: η από του στόματος χρήση τους φαίνεται να αυξάνει ελαφρώς τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού στις γυναίκες κατά τον χρόνο της χρήσης τους ή λίγο μετά.
Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης: προσφέρει ανακούφιση από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, προστασία έναντι της LDL (θετική επίδραση στο τοίχωμα των αρτηριών). Ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση της μετά την εμμηνόπαυση (κυρίως για περισσότερο από 5 χρόνια) αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Ο αυξημένος αυτός κίνδυνος φαίνεται να εξαλείφεται δύο χρόνια μετά τη διακοπή της.
Πηγή: Καθηγητής κ. Χρήστος Μαρκόπουλος (2008), «Παράγοντες Κινδύνου για Ανάπτυξη Καρκίνου του Μαστού», Πάνω απ' όλα Γυναίκα, Οδηγός για τον Καρκίνο του Μαστού, Εκδόσεις Διόπτρα.
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου